α'
|
ιβ'
|
||||
5 | Ένας Θεός και μόνος, αστράπτει από τον ύψιστον θρόνον· και των χειρών του επισκοπεί τα αιώνια άπειρα έργα. |
60 | Το αχόρταστον δρέπανον αυτοί βαστούν· θερίζουν πάντα όσα ο ίδρωτάς μας ωρίμασεν αστάχυα δια τους υιούς μας. |
||
β'
|
ιγ'
|
||||
10 | Κρέμονται υπό τους πόδας του πάντα τα έθνη, ως κρέμεται βροχή έτι εναέριος εν ω κοιμώνται οι άνεμοι της οικουμένης. |
65 | Τρέξε επάνω εις τα κύματα της φοβεράς θαλάσσης, κινδύνευσε, αναστέναξε, πίε το πικρόν ποτήριον της ξενιτείας· |
||
γ'
|
ιδ'
|
||||
15 | Αλλ' η φωνή του ακούεται, φωνή δικαιοσύνης, και οι ψυχαί των ανόμων ως αίματος σταγόνες πέφτουν στον άδην. |
70 | Δια την τροφήν που εσύναξας με κόπους ανεκφράστους, εις τα παραθαλάσσια ιδού χάσκει το λαίμαργον στόμα τυράννων. |
||
δ'
|
ιε'
|
||||
20 | Των οσίων τα πνεύματα ως αργυρέα ομίχλη τα υψηλά αναβαίνει, και εις ποταμούς διαλύεται φωτός και δόξης. |
75 | Τι τα ευωδή αγκαλιάζετε προσκέφαλα του γάμου; τι φιλείτε το μέτωπον ιερόν των γονέων σας με τόσον πόθον; |
||
ε'
|
ις'
|
||||
25 | Μόνον βλέπω τον 'Ηλιον μένοντα εις τον αέρα· τους τριγύρω χορεύοντας ουρανούς κυβερνάει με δίκαιον νόμον. |
80 | Η σάλπιγγα, τα τύμπανα σας προσκαλούν· αδίκους, ασυνέτους πολέμους φέρετε, κατασφάξατε τα έθνη αθώα. |
||
ς'
|
ιζ'
|
||||
30 | Φαίνεται εις τον ορίζοντα ωσάν χαράς ιδέα, και φωτίζει την γην και των θνητών τα έργα των πολυπόνων. |
85 | Όχι μόνον τον ίδρωτα, αλλά και τ' αίμα οι τύραννοι ζητούσιν από σας· κι αφού ποτάμια εχύσατε μήπως τους φθάνει; |
||
ζ'
|
ιη'
|
||||
35 | Όμως ιδού τα σκήπτρα άφησεν, εβασίλευσεν· ότι ανάγκην το ανθρώπινον στήθος έχει αναπαύσεως ανάγκην ύπνου. |
90 | Την πνοήν σας αχόρταστοι επιθυμούν·αλίμονον αν ποτέ επί τα σφάγια των τυράννων αναστε- -νάξη η ψυχή σας. |
||
η'
|
ιθ'
|
||||
40 | Ποίος ποτέ του Θεού ποίος του Ηλίου ωμοίασεν; διατί βωμούς, θυμίαμα διατί ζητούν οι μύριοι τύραννοι, κι ύμνους; |
95 | Αλίμονον, αλίμονον, όταν ο θεός πέμψῃ ακτίναν αληθείας και με αυτήν το στήθος σας ζωοποιήση. |
||
θ'
|
κ'
|
||||
45 | Ύψιστοι αυτοί! - λαμπρότεροι αυτοί των άλλων! - μόνοι! - Λαμπροί, κι ύψιστοι οι δίκαιοι, και μόνοι των ανθρώπων οι ευεργέται. |
100 | Εάν τις το νουθέτημα θείον ακολουθήση στόμα μαχαίρας, βάσανα, κλαύματα φυλακής τότε ας προσμένη. |
||
ι'
|
κα'
|
||||
50 | Κριταί ως θεοί! και πότε την αρετήν αθλίως, πότε δεν εκατάτρεξαν; πότε ευσπλαγχνίαν εγνώρισαν, δικαιοσύνην; |
105 | Και τοιούτοι, εμπρός σας εγώ να γονατίσω! -γη ας σχισθή, εις το βάραθρον η βροντή τ' ουρανού ας με τινάξη· |
||
ια'
|
κβ'
|
||||
55 | Με υπερηφάνους πόδας καταφρονητικούς, δεν πατούν το χρυσούν συντριφθέν τώρα ζύγωθρον του ορθού νόμου; |
110 | Προτού σας ατιμήσω ω γόνατά μου. - Ατάρακτον έχω το βλέμμα, οπόταν το καταβάσω εις πρόσωπον ενός τυράννου. |
||
κγ'
|
|||||
|
Αγαρηνοί: Οι Άραβες ως απόγονοι της Άγαρ που ήταν δούλη της Σάρρας.
ζύγωθρον: ζυγαριά.